steam escape - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

steam escape - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Steam (song); STEAM; Steam (album); Steam (company)

steam escape      
выход пара
escape behavior         
  • Escape response in [[Antarctic krill]].
  • Cuttlefish (''Sepia officinalis)'' avoid predation using a freezing behaviour. Some cuttlefish also use a jet-driven escape response.
  • Recent research suggests that the escape response in ''Musca domestica'' may be controlled by the compound eyes.
RAPID SERIES OF MOVEMENTS PERFORMED BY AN ANIMAL IN RESPONSE TO POSSIBLE PREDATION
Escape reaction; Escape behaviour; Escape behavior; (Escape response); User:Ce1734/sandbox

общая лексика

бегство

поведение

связанное с уходом от опасности

escape response         
  • Escape response in [[Antarctic krill]].
  • Cuttlefish (''Sepia officinalis)'' avoid predation using a freezing behaviour. Some cuttlefish also use a jet-driven escape response.
  • Recent research suggests that the escape response in ''Musca domestica'' may be controlled by the compound eyes.
RAPID SERIES OF MOVEMENTS PERFORMED BY AN ANIMAL IN RESPONSE TO POSSIBLE PREDATION
Escape reaction; Escape behaviour; Escape behavior; (Escape response); User:Ce1734/sandbox

общая лексика

реакция бегства

реакция избегания

Ορισμός

steamy
¦ adjective (steamier, steamiest)
1. producing, filled with, or clouded with steam.
2. hot and humid.
3. informal of or involving erotic sexual activity.
Derivatives
steamily adverb
steaminess noun

Βικιπαίδεια

Steam (disambiguation)

Steam is vaporized water.

Steam or STEAM may also refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για steam escape
1. Use the point of a paring knife to cut a large "X" into the flat side of the shell to let the steam escape.
Μετάφραση του &#39steam escape&#39 σε Ρωσικά